Με αφορμή τη συμπλήρωση δέκα χρόνων από την εκδημία του αοιδίμου Μητροπολίτου Ρόδου κυρού Αποστόλου του Βʹ (2010-2020), την Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2020, στον ενοριακό ιερό Ναό Αγίων Αποστόλων πόλεως Ρόδου τελέσθηκε το ιερό του μνημόσυνο και στη συνέχεια, στον αύλειο χώρο του ιερού Ναού έλαβε χώρα η τελετή αποκαλυπτηρίων της Προτομής του, την οποία φιλοτέχνησε ο γλύπτης κ. Ιωάννης Παπαδόπουλος από το Καβαλάρι Λαγκαδά Θεσσαλονίκης.
Της Θείας Λειτουργίας προέστη ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Ολύμπου κ. Κύριλλος, του δε ιερού μνημοσύνου ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας, ο οποίος εκφώνησε τον Επιμνημόσυνο Λόγο και ανέγνωσε το κάτωθι σχετικό για την περίσταση σεπτό Πατριαρχικό Γράμμα:
«Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Ρόδου, ὑπέρτιμε καί ἔξαρχε πασῶν Κυκλάδων Νήσων, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀγαπητέ ἀδελφέ καί συλλειτουργέ τῆς ἡμῶν Μετριότητος κύριε Κύριλλε, χάρις εἴη τῇ ὑμετέρᾳ Ἱερότητι καί εἰρήνη παρά Θεοῦ.
Δεκαετία ὅλη συμπληροῦται ἀπό τῆς εἰς Κύριον ἐκδημίας τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Ἀποστόλου, προκατόχου τῆς ὑμετέρας ἀγαπητῆς Ἱερότητος, διακονήσαντος ἐπί δεκαέξ ἔτη εὐόρκως τήν ἐμπιστευθεῖσαν αὐτῷ ὑπό τοῦ ἀγαθοδότου Θεοῦ Ἱεράν Μητρόπολιν Ρόδου καί ἀγωνισθέντος συνετῶς καί ἀποτελεσματικῶς διά τήν ἐν Χριστῷ οἰκοδομήν καί τήν πνευματικήν πρόοδον τοῦ χριστεπωνύμου λαοῦ τῆς θεοτηρήτου Ἐπαρχίας καί γενετείρας του.
Ὁ ἀείμνηστος ἀδελφός ηὐλογήθη νά φοιτήσῃ εἰς τήν ἱστορικήν Ἱεράν Θεολογικήν Σχολήν Χάλκης καί νά καταστῇ μύστης καί φορεύς τοῦ ἤθους καί τοῦ πνεύματός της, χαρακτηριστικά τῶν ὁποίων εἶναι ἡ ἀπόλυτος πιστότης εἰς τήν παράδοσιν τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων, ἡ ὁλική ἀφοσίωσις καί ὑπακοή εἰς τόν Οἰκουμενικόν Θρόνον καί ὁ ἀγών διά τήν προάσπισιν τῶν Δικαίων του, καί τό ἀδιάπτωτον ἐνδιαφέρον διά τόν ἄνθρωπον, διά τάς ὑπαρξιακάς ἀναζητήσεις καί τόν αἰώνιον ἐν Χριστῷ προορισμόν του.
Μέ προικισμόν καί λάβαρον αὐτό τό ἦθος καί τό πνεῦμα ἐπορεύθη ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Ἀπόστολος εἰς ὅλην του τήν ζωήν. Αὐτά ἐξέφρασε καί ἐνεσάρκωσεν ὡς ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Πατριαρχικῆς καί Σταυροπηγιακῆς Μονῆς τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας τῆς Φαρμακολυτρίας ἐν Χαλκιδικῇ, ἀπό τό ἔτος 1963 ἕως τό 1985. Εἰργάσθη ἀόκνως καί μετ᾽ ἐνθέου ζήλου διά τήν ἀνακαίνισιν τῶν κτηριακῶν ἐγκαταστάσεων, διά τήν ὀργάνωσιν τῆς μονῆς καί τήν ἀξιοποίησιν τῆς περιουσίας της, διά τήν εὔρυθμον λειτουργίαν τῆς ἐν αὐτῇ Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς, καί ἐπέτυχε, μέ ἐπιμονήν καί προσωπικόν ἀγῶνα, τήν ἔκδοσιν τοῦ Ν.Δ. 249/1969 καί τήν δι᾽ αὐτοῦ ὑπαγωγήν τῆς μονῆς, πνευματικῶς καί διοικητικῶς, εἰς τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον.
Ἐπίσκοπος Εὐμενείας ἀπό τό 1973 καί ἀπό τό 1977 Μητροπολίτης Ἡλιουπόλεως καί Θείρων, ἐξελέγη Μητροπολίτης Ρόδου τό 1988. Ἁπλοῦς καί προσηνής, πραΰθυμος καί πραΰλογος, μέ χάρισμα νά ἀπευθύνηται εἰς τήν ἀνθρωπίνην καρδίαν, μέ τό ὀρθόδοξον φρόνημα καί τήν φιλάνθρωπον διάθεσίν του, ἠγαπήθη ὑπό τοῦ ποιμνίου του. Ἐφρόντισε διά τήν ἀνέγερσιν ἱερῶν ναῶν, διά τήν ἀνακαίνισιν ἱερῶν μονῶν καί τήν δημιουργίαν νέων, ἵδρυσε νέας ἐνορίας, ἐνέπνευσε καί ἐχειροτόνησεν ἀξίους κληρικούς, προσήγγισε τήν νέαν γενεάν, ἐφιλοξένησεν εἰς τήν Ἐπαρχίαν του μέ μεγάλην ἐπιτυχίαν διορθόδοξα καί διαχριστιανικά συνέδρια, ἔδωκε τήν καλήν μαρτυρίαν ὡς ὀρθόδοξος ποιμενάρχης, ὡς χρηστός καί πιστός εἰς τήν ἀποστολήν του ἐκκλησιαστικός ἀνήρ.
Ἐν τῷ πνεύματι τούτῳ, δεόμενοι τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης ὅπως ἀναπαύῃ τήν ψυχήν τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Ἀποστόλου μετά πάντων τῶν δικαίων, συγχαίρομεν ὑμῖν, Ἱερώτατε καί προσφιλέστατε ἀδελφέ κύριε Κύριλλε, διά τήν τέλεσιν τοῦ ἱεροῦ μνημοσύνου καί διά τά ἀποκαλυπτήρια προτομῆς τοῦ ἀειμνή
Στου Ἱεράρχου, εὐχόμενοι δε εἰς τόν λαόν τῆς Ρόδου ὑγείαν καί ταχεῖαν ὑπέρβασιν τῶν πολλῶν προβλημάτων, τά ὁποῖα ἐδημιούργησεν ἡ πανδημία τοῦ κορωνοϊοῦ Covid-19, ἐπικαλούμεθα ἐφ᾽ὑμᾶς καί ἐπί τόν καθ᾽ὑμᾶς φιλόχριστον κλῆρον καί τόν εὐσεβῆ λαόν τήν χάριν καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ τῶν Πατέρων ἡμῶν».
Επίσης μίλησε ο κ. Αθανάσιος Στάμος, Άρχων Λαοσυνάκτης του Οικουμενικού Θρόνου και Εντεταλμένος Αναβάθμισης Σχολικών Μονάδων, Παραλιών και Κοιμητηρίων του Δήμου Ρόδου.
Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκαν τα αποκαλυπτήρια της Προτομής και σχετικής αναμνηστικής Πλάκας στην παρακείμενη πλατεία, η οποία μετονομάστηκε με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου σε "Πλατεία Μητροπολίτου Ρόδου Αποστόλου Βʹ Διμέλη (1988-2004)".
Το παρών στη Λειτουργία και στην τελετή έδωσαν επίσης, μεταξύ άλλων, ο Υφυπουργός Τουρισμού κ. Μάνος Κόνσολας, ο Βουλευτής κ. Ιωάννης Παπάς, η Αντιπεριφερειάρχης κ. Χαρούλα Γιασιράνη, ο Αντιδήμαρχος κ. Κωνσταντίνος Ταρασλιάς, ο Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου κ. Μιχαήλ Σοκορέλος, Εκπρόσωποι των άλλων τοπικών Αρχών, ο ιερός Κλήρος της πόλεως, οι συγγενείς του μακαριστού Μητροπολίτου και πολλοί πιστοί.
ΕΠΙΜΝΗΜΟΣΥΝΟΣ ΛΟΓΟΣ
ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΝ
ΠΡΩΗΝ ΡΟΔΟΥ ΚΥΡΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟΝ
(20-9-2020)
«Ἀδελφοί, μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν, οἵτινες ἐλάλησαν ἡμῖν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ὧν ἀναθωροῦντες τὴν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τὴν πίστιν» (Ἑβρ. ιγʹ, 7).
Θεοφιλέστατε,
Ἐξοχώτατοι καὶ Ἐντιμότατοι Ἐκπρόσωποι τῆς Πολιτικῆς καὶ Στρατιωτικῆς Ἡγεσίας,
Ἀγαπητοί ἀδελφοί
Ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος, ὁ θεμελιωτής τῆς Παυλικῆς Ἐκκλησίας τῶν Ροδίων, ἀφήνει τήν παραγγελία, μέ τήν προαναφερθεῖσα ρήση του, νά θυμόμαστε τούς προαπελθόντας πνευματικούς Πατέρες μας, νά τιμοῦμε τήν ἀρετή καί τήν προσφορά τους καί νά μιμούμαστε τό παράδειγμά τους.
Πιστοί καί ἐμεῖς στόν λόγο τοῦ Μεγάλου Ἀποστόλου συγκεντρωθήκαμε σήμερα στό ἱερό τοῦτο Ναό γιά νά μνημονεύσουμε τοῦ ὀνόματος τοῦ μακαριστοῦ Προκατόχου μας, Μητροπολίτου κυροῦ Ἀποστόλου, ὁ ὁποῖος γιά δεκαέξι χρόνια ποίμανε μέ αἴσθημα εὐθύνης τό χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας καί μέ τήν καλή ἐκκλησιαστική ἀναστροφή του τίμησε τήν ἐκκλησιαστική διακονία του, ἀφήνοντας στόν λαό μας φήμη καλή καί ἀγαθή.
Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης κυρὸς Ἀποστόλος, κατά κόσμον Παναγιώτης Διμέλης, γεννήθηκε στήν Κωμόπολη Ἀρχάγγελος τῆς Ρόδου, πέμπτος ἀνάμεσα στά ὀκτώ παιδιά τῶν εὐσεβῶν γονέων του Σάββα καί Δέσποινας, οἱ ὁποῖοι τόν ἀνέθρεψαν «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου» καὶ ἐνστάλαξαν στήν ψυχή του τὰ νάματα τῆς πίστεως καί τῆς ἀγάπης πρός τήν Ἐκκλησία.
Ἀφοῦ συμπλήρωσε τόν κύκλο τῶν ἐγκυκλίων μαθημάτων στή γενέτειρά του ἀναχώρησε γιά τήν Κωνσταντινούπολη, μέ συστατικό Γράμμα τοῦ ἀοιδίμου Μητροπολίτου Ρόδου Ἀποστόλου Τρύφωνος, τοῦ ὁποίου τό ὄνομα θά λάβει ἀργότερα κατά τή χειροτονία του. Κατ̉ ἀρχάς φοίτησε στό γυμνασιακό τμῆμα τῆς Ἱερᾶς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Χάλκης καί στή συνέχεια γράφτηκε στό Πανεπιστημιακό τμῆμα της, τὸ ἔτος 1951. Ἀποφοίτησε ἀριστοῦχος τό ἔτος 1956. Λίγο πρίν τήν ἀποφοίτησή του χειροτονήθηκε Διάκονος καί Πρεσβύτερος ἀπό τόν τότε Σχολάρχη ἀείμνηστο Μητροπολίτη Ἰκονίου κυρό Ἰάκωβο.
Μετά τή συμπλήρωση τῶν μεταπτυχιακῶν του σπουδῶν στή Θεολογική Σχολή τοῦ Βουκουρεστίου ἐπέστρεψε στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου καί ἔλαβε τὸ Ὀφίκκιο τοῦ Ἀρχιμανδρίτου ἀπό τόν ἀοίδιμο Οἰκουμενικό Πατριάρχη κυρό Ἀθηναγόρα. Στίς αὐλές τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας παρέμεινε γιά δύο χρόνια, διακονώντας τήν Ἐκκλησία καί τόν Πατριάρχη ὡς Ἐφημέριος τοῦ Πατριαρχικοῦ Παρεκκλησίου.
Τό ἔτος 1962 ἐγκαταστάθηκε στή Θεσσαλονίκη μέ σκοπό τή συνέχιση τῶν θεολογικῶν σπουδῶν του. Γιά ἕνα μικρό χρονικό διάστημα ὑπηρέτησε ὡς Ἐφημέριος στήν Ἐνορία τῶν Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν Καλαμαριᾶς καί τό ἑπόμενο ἔτος διορίστηκε Ἀναπληρωτής Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Σταυροπηγιακῆς καί Πατριαρχικῆς Μονῆς τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας Χαλκιδικῆς, στήν ἡγουμενία τῆς ὁποίας κατεστάθη τόν Ἰούλιο τοῦ ἑπομένου ἔτους (1963).
Τό ἔργο του ὡς Ἡγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Ἀναστασίας ὑπῆρξε σπουδαῖο. Στίς ἡμέρες τῆς ἡγουμενίας του βελτιώθηκαν οἱ κτιριακές ἐγκαταστάσεις τῆς Μονῆς, κατασκευάστηκε ὁ δρόμος, δημιουργήθηκε ὁ οἰκοδομικός συνεταιρισμός, κατοχυρώθηκε καί ἀξιοποιήθηκε ἡ περιουσία της, ἐπιτεύχθηκε ἡ ἔκδοση τοῦ Ν. Δ. 249/1969, μέ τό ὁποῖο ἡ Ἱερά Μονή περιῆλθε πνευματικά καί διοικητικά στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Παράλληλα ὡς Πρόεδρος τῆς Ἐφορείας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς, πού λειτουργοῦσε στή Μονή, συνέβαλε στήν εὔρυθμο λειτουργία της.
Ἡ Μητέρα Ἐκκλησία ἀμείβουσα τήν καρποφόρο καί ἐπαινετή διακονίαν του, μέ εἰσήγηση τοῦ ἀοιδίμου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Δημητρίου, τόν ἐξέλεξε Ἐπίσκοπο Εὐμενείας τὴν 20η Νοεμβρίου τοῦ ἔτους 1972. Ἐπίσκοπος χειροτονήθηκε τήν 25η Νοεμβρίου στὸν Ἱερό Ναό Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου Σταυροδρομίου ἀπό τόν μακαριστό Μητροπολίτη Χαλκηδόνος κυρό Μελίτωνα. Τέσσαρα χρόνια ἀργότερα, τή 17η Νοεμβρίου 1977, ἐκλέχτηκε Μητροπολίτης Ἡλιουπόλεως καί Θείρων. Στήν ἡγουμενία τῆς Μονῆς τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας παρέμεινε ἕως τή 15η Ὀκτωβρίου 1985.
Τήν 5η Μαΐου τοῦ ἔτους 1988 ἐκλέχτηκε Μητροπολίτης Ρόδου καί ἐνθρονίστηκε τήν 22α τοῦ ἴδιου μήνα στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου. Στίς ἡμέρες τῆς ἀρχιερατείας του οἰκοδομήθηκαν καί καλλωπίστηκαν πολλοί ἱεροί Ναοί, δημιουργήθηκαν νέες Ἐνορίες, ἀνακαινίσθηκαν καί λειτούργησαν Ἱερές Μονές, ἱδρύθηκαν νέες, λειτούργησαν οἱ Ἐκκλησιαστικές Κατασκηνώσεις, ὁ Τηλεοπτικός Σταθμὸς «ΘΑΡΙ», χειροτονήθηκαν πολλοί νέοι κληρικοὶ καὶ φιλοξενήθηκαν Διορθόδοξα καί Διαχριστινιακὰ Συνέδρια. Εἶχε δέ τήν ἰδιαίτερη εὐλογία καί τιμή νὰ ὑποδεχτεί τρεῖς φορές στά ὅρια τῆς Ἐπαρχίας του τόν Παναγιώτατο Οἰκουμενικό Πατριάρχη κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟ.
Μέ τήν ἀποχώρησή του ἀπό τήν ἐκκλησιαστική κονίστρα τόν Ἀπρίλιο τοῦ ἔτους 2004 ἄφησε σέ ἔπαινο καί τιμή του δεκαεξαετῆ πολύκαρπο καὶ καλλίκαρπο ποιμαντική διακονία στή Μητρόπολη Ρόδου καί παρέμεινε ἔκτοτε ἐφησυχάζων, μέχρι τήν 22α Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 2010, ἡμέρα κατά τήν ὁποία ὁ Κύριος τόν κάλεσε κοντά Του.
Ὁ Μητροπολίτης Ἀπόστολος καθ̉ ὅλο τό διάστημα τῆς μακρᾶς ἱερατικῆς καὶ ἀρχιερατικῆς διακονίας του ἐπέδειξε γνήσιο ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα, ἀγάπη πρός τόν Χριστὸ καί τήν Ἐκκλησία Του, ἀγάπη πρός τόν ἄνθρωπο. Ὡς κύριο χαρακτηριστικό τῆς προσωπικότητάς του ὡς Ἱεράρχου τοῦ Θρόνου εἶναι ἀναμφίβολα ἡ ἄνευ ὅρων καί ὁρίων ἀφοσίωση στόν θεσμό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἡ πιστότητα καί ὑπακοὴ στά κελεύσματα τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας, τά δίκαια τῆς ὁποίας διασφάλισε καί προάσπισε μέ εὐλάβεια καί σύνεση. Ὡς χαρακτήρας διακρίθηκε γιά τήν ἁπλότητα καί τό ἀνεπιτήδευτο στούς τρόπους, τό μέτριο καί ὀλιγαρκές, τό πρᾶο καὶ μειλίχιο πρός ὅλους, τήν κατά Χριστό ταπείνωση, τή σεμνότητα καί τήν προσήνεια, ἀρετές οἱ ὁποῖες τόν καταξίωσαν στή συνείδηση τοῦ ποιμνίου του καί γιά τίς ὁποῖες ἐκτιμήθηκε καί ἀγαπήθηκε.
Πέρασαν ἤδη δέκα χρόνια ἀπό τήν ἡμέρα κατά τήν ὁποία τόν προπέμψαμε στήν αἰώνια πατρίδα, στήν ἄνω Ἱερουσαλήμ, καί σήμερα, συγκεντρωμένοι σέ εὐχαριστιακή Σύναξη στόν ἱερό τοῦτο χῶρο, τόν Ἐνοριακό Ναό Ἁγίων Ἀποστόλων τῆς πόλεώς μας, ὁ ὁποῖος ἐπί τῶν ἡμερῶν του καί πρός τιμήν του θεμελιώθηκε, οἰκοδομήθηκε καί ἀπό τά τίμια χέρια του ἐγκαινιάστηκε, τελοῦμε τό ἱερό του μνημόσυνο μέ εὐγνωμοσύνη γιά ὅσα ἐκεῖνος πρόσφερε στήν τοπική Ἐκκλησία καί τήν κοινωνία μας. Τόν εὐχαριστοῦμε γιά τά καλά καί ὠφέλιμα τῆς ποιμαντορίας του καί ὁμολογοῦμε ὅτι ἡ ἀρχιερατική του παρουσία τίμησε καί τιμᾶ τήν Ἱερά μας Μητρόπολη καί ὠφέλησε τόν λαό τοῦ Θεοῦ.
Θέλοντας νά τιμήσουμε τήν προσφορά καί τό ἔργο του καί νά διατηρήσουμε ζωντανή τή μνήμη του στό προαύλιο τοῦ ἱεροῦ τούτου Ναοῦ στήσαμε τήν προτομή του, ὁ δέ Δῆμος Ρόδου μέ ἀπόφαση τοῦ Δημοτικοῦ Συμβουλίου ἔδωσε τό ὄνομά του στήν πλατεία μπροστά στόν ἱερό Ναό. Εἶναι πράξεις δίκαιες καί ἐπιβεβλημένες καί δοξάζουμε τόν Θεό πού μᾶς ἀξιώνει νά τελέσουμε τά ἀποκαλυπτήρια, στή συμπλήρωση δεκαετίας ἀπό τή μακαρία κοίμησή του. Ἀπό ἐδῶ ψηλά πλέον, θά ἀγκαλιάζει μέ τό βλέμμα του τήν πόλη πού ἀγάπησε καί μέ ἀφοσίωση διακόνησε καί θά ὑπενθυμίζει στούς κατοίκους τῆς περιοχῆς τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων τό ἐνδιαφέρον του γιά τή συνοικία τους, πού ἐκφράστηκε μέ τήν ἀνοικοδόμηση τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ καί τήν ἵδρυση τῆς Ἐνορίας.
Εὐχαριστοῦμε ἰδιαιτέρως τόν Δήμαρχο Ρόδου κ. Ἀντώνιο Καμπουράκη γιά τή συμβολή του στή σημερινή ἡμέρα, στή συμμετοχή στή διαμόρφωση τοῦ χώρου τῆς προτομῆς καί τήν ἀνάπλαση τῆς πλατείας τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ. Εὐχαριστοῦμε τό Δημοτικό Συμβούλιο τῆς πόλεως καί τοῦ νησιοῦ γιά τήν ἀπόφαση ἡ πλατεῖα νά μετονομαστεῖ σέ Πλατεῖα Μητροπολίτου Ρόδου Ἀποστόλου Βʹ τοῦ Διμέλη.
Εὐχαριστίες ὀφείλονται στόν Ἀντιδήμαρχο κ. Ἀθανάσιο Στάμο γιά τή μέριμνα πού ἐπέδειξε, τόν Ἐφημέριο τῆς Ἐνορίας Ἀρχιμανδρίτη Παΐσιο Φαρμακίδη καί τά μέλη τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐπιτροπῆς γιά τό ἀνύστακτο ἐνδιαφέρον τους, ὅσον ἀφορᾶ τήν ὑλοποίηση τῶν ἐργασιῶν, τόν γλύπτη κ. Ἰωάννη Παπαδόπουλο ἀπό τό Καβαλάρι Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, καί ὅλους ὅσους ἐμφανῶς καί ἀφανῶς κατέθεσαν τήν προσωπική συμβολή τους.
Μνημονεύοντας πάλιν καί πολλάκις τοῦ ὀνόματος τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Ἀποστόλου τοῦ Βʹ ἐκφωνοῦμε καί ψάλλουμε ἀπό καρδιᾶς τό «Αἰωνία ἡ μνήμη».