Ο Μητροπολίτης Ρόδου Ιερόθεος Δημητριάδης γεννήθηκε στη Νίσυρο των Δωδεκανήσων. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης το 1876 αφού υπέβαλε διατριβή με τίτλο "Ότι το εν ημίν επικρατούν κακόν είναι απόρροια του προπατορικού αμαρτήματος". Υπηρέτησε ως Γραμματέας του Ιερού κοινού του Παναγίου Τάφου επί Πατριάρχου Ιεροσολύμων Νικοδήμου (1883-1890) και ως Διευθυντής της Θεολογικής Σχολής Σταυρού Ιεροσολύμων. Επίσης υπηρέτησε ως Μέγας Πρωτοσύγκελος του Οικουμενικού Πατριαρχείου (-1889). Στις 12 Αυγούστου 1889 εξελέγη με 10 ψήφους Μητροπολίτης Βιζύης έχοντας συνυποψηφίους τους Επισκόπους Ειρηνουπόλεως Φώτιο (2 ψήφοι) και Λαμψάκου Γεννάδιο. Στις 20 Αυγούστου 1889 χειροτονήθηκε στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι της Κωνσταντινουπόλεως Μητροπολίτης Βιζύης. Τη χειροτονία τέλεσε ο Μητροπολίτης Φιλιππουπόλεως Ιωακείμ, συμπαραστατούμενος από τους Μητροπολίτες Ξάνθης Διονύσιο, Σισανίου Αθανάσιο, Μογλενών Καλλίνικο και Λιτίτσης Ιγνάτιο. Στις 3 Φεβρουαρίου 1900 εξελέγη Μητροπολίτης Ρόδου. Εκοιμήθη στην Επαρχία του κατόπιν συντόμου ασθενείας στις 15 Αυγούστου 1900.